Σε πλήρη ανάπτυξη βρίσκεται η στρατηγική του καθεστώτος η οποία έχει εγκριθεί - στο βαθμό που δεν αποτελεί έμπνευσή τους - από τους αμερικανούς συμβούλους της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου που οδήγησε την χώρα στο … ναυάγιο και τον διεθνή διασυρμό.
Με δύο λόγια, η στρατηγική αυτή συνίσταται στην ανάδευση του μίγματος των σκανδάλων των τελευταίων δέκα-δεκαπέντε ετών, ώστε η προσοχή της κοινής γνώμης να στραφεί αποκλειστικά σε νοσηρά φαινόμενα του πολιτικού συστήματος, τα οποία στο πλαίσιο αυτό εμφανίζονται και αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένες περιπτώσεις. Γνωρίζετε ασφαλώς οι περισσότεροι ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 έγινε με βασικό στόχο την αναθεώρηση του άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών και ότι η αναθεώρηση αυτή ήταν συναινετική, καθώς την ψήφισαν πάνω από 260 βουλευτές, ενώ μάλιστα ήταν η πιο εκτεταμένη.
Γνωρίζετε επίσης ότι μέσω της αναθεώρησης αυτής θεσπίστηκε ένα πλαίσιο κανόνων δικαίου που ....
εξασφάλισαν την ατιμωρησία των μελών των κυβερνήσεων για τυχόν αξιόποινες πράξεις τους και την μη παραπομπή τους στην δικαιοσύνη, όπως συμβαίνει με όλους τους υπόλοιπους Έλληνες πολίτες. Είναι προφανές ότι με την συνταγματική αυτή ρύθμιση ο δικομματισμός φρόντισε να απαλλαγούν από ποινικές εμπλοκές όσοι συμμετείχαν και θα συμμετείχαν στο μέλλον στο μεγάλο, εκσυγχρονισμένο φαγοπότι, που ξεκίνησε με τη νέα του μορφή στα τέλη της δεκαετίας του ’90, για να πάρει μία οργιαστική διάσταση προτού καταλήξουμε στην πτώχευση και στο ΔΝΤ. Υπενθυμίζω επίσης ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είχαν την ευκαιρία με την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος, να καταργήσουν την διαβόητη διάταξη του άρ. 86 περί ευθύνης υπουργών, με την οποία θεσπίζονται ιδιαίτερα προνόμια των υπουργών όσον αφορά ποινικές διώξεις σε βάρος τους. Σύμφωνα με αυτή την διάταξη η βουλή έχει την αποκλειστική αρμοδιότητα να ασκεί ποινική δίωξη κατά υπουργών και υφυπουργών, ενώ διασφαλίζεται η εξαιρετικά σύντομη παραγραφή των εν λόγω εγκλημάτων, η οποία επέρχεται μετά «το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει από την τέλεση του αδικήματος», πρακτικά μετά από 2- 6 χρόνια. Την … ευκαιρία την είχαν ασφαλώς θεωρητικά, καθώς πρακτικά άλλο ήταν το ζήτημα: έπρεπε να διασφαλισθεί όχι ακριβώς ο συμψηφισμός στην ατιμωρησία των επιφανών στελεχών του δικομματισμού, αλλά μάλλον ο συμψηφισμός της … μίζας!
Αυτό είναι το πραγματικό σκάνδαλο, το οποίο ασφαλώς είναι πολιτικό, πολιτικότατο και το οποίο εκθέτει ανεπανόρθωτα όσους έβαλαν την υπογραφή τους κάτω από αυτό. Αυτοί οι αντιπρόσωποι του ελληνικού λαού δεν μπορεί να έχουν θέση στη σημερινή πολιτική σκηνή και δεν νομιμοποιούνται να αρθρώνουν λόγο καταγγελτικό εναντίον νοσηρών και δήθεν μεμονωμένων περιπτώσεων αργυρώνητων κυβερνητικών στελεχών, τη στιγμή που οι ίδιοι φρόντισαν να τους καλύψουν πολιτικά και να τους δώσουν την ευκαιρία να τα … αρπάξουν δίχως ρίσκο. Άλλωστε τη στιγμή που τα «αρπάζει» το κόμμα γιατί να μην τα «πιάσει» και αυτός που κάνει παιχνίδι ως διαμεσολαβητής και επιπλέον εκτίθεται βάζοντας την υπογραφή του κάτω από τις συμβάσεις της μίζας;
Σήμερα πανικόβλητο το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα επιχειρεί να διακρίνει, ή ακόμα και να ανακαλύψει διαφορές μεταξύ πολιτικής και ποινικής ευθύνης, κατά τη στιγμή που ο κοινός νους αντιλαμβάνεται ότι το είδος αυτό των σκανδάλων αποτελεί προϊόν της πολιτικής πρακτικής στη χώρα μας. Τούτη την ώρα ολόκληρο το καθεστώς αγωνίζεται να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης σε συγκεκριμένους αργυρώνητους κυβερνητικούς αξιωματούχους για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις από την λειτουργία του διαπλεκόμενου καθεστώτος, γρανάζι του οποίου αποτελούν προφανώς και οι λαδωμένοι υπουργοί. Βγάζουν λοιπόν στην φόρα επιμέρους σκάνδαλα που αφορούν αποκλειστικά σε πρόσωπα κυβερνητικών αξιωματούχων – και αυτό με μέτρο και προσοχή – για να καλύψουν το μέγιστο σκάνδαλο της μεταπολίτευσης, που δεν είναι τίποτε άλλο από την λειτουργία του δικομματισμού και των φορέων του.
Όχι, ούτε οι ίδιοι δεν πιστεύουν ότι θα σωθούν μέσω αυτής της στρατηγικής. Αποσκοπούν αποκλειστικά στο να κερδίσουν χρόνο ώστε το καθεστώς να μπορέσει οργανωμένα να αναδιατάξει τις δυνάμεις του και να διαμορφώσει ένα άλλο ελεγχόμενο πολιτικό σύστημα από το διεθνές κέντρο στο οποίο έχει υπαχθεί πλέον προδήλως η χώρα. Ταυτόχρονα ασφαλώς, η ανάδευση του μίγματος των σκανδάλων αποσκοπεί στην ανάπτυξη μιας κοινωνικο-ψυχολογικής δομής που θα καταστήσει τους έλληνες πολίτες ακόμα πιο αδρανείς, απολύτως μηδενιστές και έτοιμους να ανεχθούν όσα μέτρα απαιτούνται για να καταλήξουμε να ευθυγραμμισθεί το συντομότερο η ελληνική κοινωνία με την αλβανική και την βουλγαρική!
Μια, λοιπόν, και «ο ασκός του Αιόλου», όπως λένε και τα παιδιά στα ΜΜΕ, άνοιξε, ας ρίξω κι εγώ λάδι στην φωτιά, θέτοντας ένα ερώτημα που νομίζω ότι απαιτεί και αυτό για την απάντησή του … εξεταστική επιτροπή! Εννοώ ότι μια και τα τελευταία ίχνη αξιοπρέπειας της Ελλάδας χάνονται στις εξεταστικές επιτροπές της βουλής και καθώς η πολιτική επικαιρότητα κινείται σ’ ένα απολύτως σαδομαζοχιστικό πλέον φάσμα - πονάνε οι έλληνες … θα ματώσουμε και άλλα παρόμοια - ας υποβάλω κι εγώ ένα ερώτημα για να ξύσω πληγές. Έτσι, για να μπούμε όλοι στο σαδομαζοχιστικό παιχνίδι που αποτελεί την αυλαία του πολιτικού φρενοκομείου «Ελλάς».
Τι συμβαίνει αγαπητοί με τον χρυσό της Ελλάδας; Πόσο χρυσό έχουνε πουλήσει οι κυβερνήσεις Σημίτη και Καραμανλή κρυφά για να καλύψουν τρύπες στο έλλειμμα και με ποια νομιμοποίηση; Εκτός από τους 20 τόνους χρυσού που εκποίησε το 2003 η κυβέρνηση Σημίτη όταν διοικητής στην Τράπεζα της Ελλάδας ήταν ο Νίκος Γκαργκάνας, και το οποίο αντιστοιχούσε στο 12% περίπου της συνολικής ποσότητας του χρυσού που διέθετε τότε η Ελλάδα, πότε άλλοτε έγιναν πωλήσεις; Σε τι τιμές και πόσος χρυσός απέμεινε στα χέρια του ελληνικού δημοσίου; Αφού απαντήσετε, εξηγείστε και γιατί το κάνατε την στιγμή που κάτι αντίστοιχο δεν έκανε καμία απολύτως χώρα μεταξύ των παλαιών μελών της ΕΕ. Αν δυσκολεύεστε στην απάντηση, δεν έχετε παρά να συστήσετε μία ακόμη εξεταστική επιτροπή για να περάσει καλά το φιλοθεάμον κοινό.