Μείωση στις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων έως και κατά 20% επιπροσθέτως σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, προωθώντας την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου από την 1η του νέου έτους. Το εξόχως ανησυχητικό είναι ότι από τις πρόσθετες περικοπές δεν θα «ξεφύγει» ούτε το οικογενειακό επίδομα, το ύψος του οποίου είναι σημαντικό για οικογένειες με δύο απασχολούμενους στο Δημόσιο, καθώς και για τις οικογένειες με περισσότερα από δύο παιδιά.
Μπορεί η κυβέρνηση στην παρούσα φάση να αναφέρει ότι δεν θα λάβει πρόσθετα μέτρα, καθώς θα βρει τρόπους να καλύψει τη μαύρη τρύπα των εσόδων, όμως το Μνημόνιο προβλέπει σαφώς ότι μέχρι το 2013 θα πρέπει να περιοριστούν πρόσθετα κατά 2,7 δις ευρώ οι δαπάνες μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων που επηρεάζουν σημαντικά τον κωδικό των ανελαστικών δαπανών του ελλείμματος. Το συνολικό ύψος της μισθοδοσίας των δημοσίων υπαλλήλων είναι 11,8 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 6,2 δις ευρώ είναι οι μισθοί και τα 5,6 δις ευρώ τα διάφορα επιδόματα. Ως εκ τούτου, μια σταδιακή μείωση, αρχής γενομένης από το νέο έτος, ισοδυναμεί με μηνιαίες εισοδηματικές απώλειες περίπου 20% των συνολικών αποδοχών. Το επίσης σημαντικό είναι ότι για να επιτευχθεί ένας τέτοιος στόχος θα πρέπει να μειωθούν υψηλά επιδόματα, όπως το οικογενειακό, εξέλιξη που θεωρείται αναπόφευκτη καθώς το χρονοεπίδομα δεν μπορεί να περικοπεί γιατί καθορίζει το τελικό ύψος της σύνταξης και αποτελεί το κίνητρο εξέλιξης σε θέσεις ευθύνης στον δημόσιο τομέα.
Διαρροές
Από τις αρχές της εβδομάδας η κυβέρνηση προχώρησε σε διαρροές περί εφαρμογής του μισθολογίου έξι μήνες νωρίτερα από το προβλεπόμενο, γεγονός που ήγειρε την έντονη αντίδραση της ΑΔΕΔΥ, οι επικεφαλής της οποίας δεν συζητούν καμία περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων τους και απαιτούν την επιστροφή του 13ου και του 14ου μισθού. Η κυβέρνηση πάντως έχει και εναλλακτικό σενάριο, αυτό της περαιτέρω περιστολής των υψηλών συντάξεων προκειμένου να ισοσκελίσει τις απώλειες από μια ενδεχόμενη πιο περιορισμένη μείωση επιδομάτων στο Δημόσιο.
Τέσσερα σημεία
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, το νέο μισθολόγιο θα περιλαμβάνει: α) την κατάργηση ή την περαιτέρω περικοπή όλων των ειδικών επιδομάτων που χορηγούνται από τους ειδικούς λογαριασμούς, β) τη διατήρηση μόνον του κινήτρου απόδοσης, το οποίο -όπως και το οικογενειακό επίδομα- έχει ήδη ενσωματωθεί στον βασικό μισθό, γ) την ενσωμάτωση στον βασικό μισθό ορισμένων επιδομάτων που χορηγούνται σήμερα σε ευρείς κλάδους εργαζομένων του Δημοσίου, δ) τη μετατροπή του επιδόματος θέσης σε κίνητρο παραγωγικότητας.
Σταδιακή κατάργηση
Η κυβέρνηση, ταυτόχρονα με τη σταδιακή κατάργηση των ειδικών επιδομάτων, θα προχωρήσει και στην ενσωμάτωση στον βασικό μισθό ορισμένων «κλαδικών» ή και «γενικών επιδομάτων», τα οποία λαμβάνουν ήδη ευρείες κατηγορίες εργαζομένων στο Δημόσιο (νοσοκομειακοί, εκπαιδευτικοί, κ.ά.). Θα καταργηθούν περίπου 40 ειδικά επιδόματα, σχεδόν 180.000 υπαλλήλων, το κόστος των οποίων υπερβαίνει τα 450 εκατ. ευρώ ετησίως. Μέρος του ποσού θα είναι το οικονομικό όφελος από το νέο μισθολόγιο, το οποίο ωστόσο θα είναι πολλαπλάσιο αν υλοποιηθεί και η ειλημμένη απόφαση να καταργηθούν και οι πρόσθετες αμοιβές από συμμετοχή σε επιτροπές. Η κυβέρνηση, από την άλλη πλευρά, εξετάζει σοβαρά και το ενδεχόμενο να μετατραπεί το επίδομα θέσης ευθύνης σε πριμ παραγωγικότητας. Η εξέλιξη αυτή υπαγορεύεται από την ανάγκη να συνδεθεί το νέο σύστημα προαγωγών στο Δημόσιο, που καθιέρωσε πρόσφατα ο υπουργός Εσωτερικών, κ. Ι. Ραγκούσης, με το ύψος των αποδοχών των στελεχών που καταλαμβάνουν θέσεις ευθύνης.
Δύο «αγκάθια» και μια άρνηση
Θέμα υπάρχει με τη διαμόρφωση του βασικού μισθού των νεοεισερχομένων υπαλλήλων στο Δημόσιο. Υπάρχουν σενάρια να αποδεσμευτεί από τον βασικό μισθό που θα προκύψει για τους ήδη υπηρετούντες από την ενσωμάτωση των επιδομάτων και να εξομοιωθεί με τον βασικό μισθό που ισχύει στον ιδιωτικό τομέα.
Το δεύτερο αγκάθι έχει σχέση με τον νέο βασικό μισθό που θα προκύψει μετά την ενσωμάτωση των επιδομάτων και στις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων. Το ζήτημα είναι αν θα αποδεχθεί η κυβέρνηση να επηρεάσει το ύψος των συντάξεων ή θα επιχειρήσει να το αποσυνδέσει. Στην πρώτη περίπτωση, το κόστος του νέου μισθολογίου θα επιβαρυνθεί σημαντικά, γεγονός που οδηγεί συνδικαλιστικά στελέχη στο συμπέρασμα ότι η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να μεταθέσει το θέμα στο μέλλον, όταν θα έχουν ολοκληρωθεί οι αναλογιστικές μελέτες που θα κρίνουν τις επικουρικές συντάξεις.
Από την πλευρά της η ΑΔΕΔΥ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει σε κανέναν , τέτοιου είδους, διάλογο και τούτο φάνηκε από τη στάση που τήρησε απέναντι στον πρωθυπουργό το προεδρείο της ανώτατης δημοσιοϋπαλληλικής οργάνωσης, όπου αρνήθηκε να παρακολουθήσει την ομιλία του στους παραγωγικούς και κοινωνικούς φορείς της ΔΕΘ. Οι επικεφαλής της ΑΔΕΔΥ ανέφεραν ότι δεν συζητούν για τίποτα, αν προηγουμένως ο υπουργός Οικονομικών δεν επαναφέρει τον 13ο και τον 14ο μισθό και παράλληλα σημειώνουν ότι ενδεχόμενη περικοπή του οικογενειακού επιδόματος ισοδυναμεί με αιτία πολέμου και ετοιμάζονται να προσφύγουν στα ανώτατα ακυρωτικά δικαστήρια σε μια τέτοια περίπτωση. Ο Γ. Παπακωνσταντίνου πάντως δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη την πρότασή του προς την ΑΔΕΔΥ και σκοπεύει να το κάνει την επόμενη εβδομάδα, προκειμένου να πείσει τους εκπροσώπους των δημοσίων υπαλλήλων να καθίσουν στο τραπέζι του διαλόγου.