Η «Αγροτική
Βιομηχανία Γάλακτος Ηπείρου ΔΩΔΩΝΗ Α.Ε.» αποτελεί το μοναδικό
παράδειγμα του «Κρατικο-Συνεταιριστικού» αγροτικού τομέα το οποίο όχι
μόνο πέτυχε
αλλά αποτελεί και λαμπρό «παράδειγμα για μίμηση».
Είναι γνωστό πως
ανάλογες «Κρατικο-Συνεταιριστικές» προσπάθειες που έγιναν την δεκαετία
του 1960 (με την «σύμπραξη» ΑΤΕ και Συνεταιρισμών) έχουν καταλήξει όλες σε
παταγώδη αποτυχία με τεράστια οικονομικά ανοίγματα αλλά και αθέμιτο
πλουτισμό διαφόρων επιτηδείων
οι οποίοι με τον μανδύα του «Συνεταιριστή» ή του «προοδευτικού» που
(δήθεν) κόπτεται για το κοινωνικό σύνολο, φρόντισαν να οικειοποιηθούν πλούτο με
διάφορους τρόπους (αμοιβές, προμήθειες και πολλά άλλα).
Στον κανόνα αυτό, η
εξαίρεση της «Δωδώνης»
δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητη - ιδίως τώρα
που εντείνονται οι συζητήσεις για την εκποίησή της σε εγχώριους ή ξένους
επενδυτές.
Η θαυμαστή ιστορία της «Δωδώνης» ξεκίνησε το 1963 όταν η Αγροτική Τράπεζα (σήμερα
ελέγχει το 67,77% του μετοχικού κεφαλαίου) και 6 Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών
(ΕΑΣ Ιωναννίνων η οποία ελέγχει το 24,8% του μετοχικού κεφαλαίου και
οι ΕΑΣ Πωγωνίου (2,9%), Πρέβεζας (2,4%), Θεσπρωτίας (1,6%) και
Άρτας-Φιλιππιάδας (0,55%), δημιούργησαν την «Αγροτική Βιομηχανία Γάλακτος Ηπείρου
ΔΩΔΩΝΗ Α.Ε.» με στόχο την αξιοποίηση του πολύτιμου
Ηπειρώτικου γάλακτος των παραγωγών – μελών των Ενώσεων της περιοχής.
Στο επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο της «Δωδώνη» ο Πρόεδρος, ο Διευθύνων
Σύμβουλος και τουλάχιστον 2 ακόμα μέλη ορίζονται από την Αγροτική
Τράπεζα και τα υπόλοιπα από τις Ενώσεις – μετόχους.
Η πορεία της «Δωδώνης»,
με αποκλειστική δραστηριότητα την αγορά και την επεξεργασία γάλακτος
για την παραγωγή και την εμπορία γαλακτοκομικών προϊόντων,
τα 47 (μέχρι σήμερα) χρόνια λειτουργίας της, ξεπέρασε κάθε
προσδοκία που θα μπορούσαν να έχουν οι δημιουργοί της:
Σήμερα, οι εγκαταστάσεις
της εταιρίας μαζί με τους σταθμούς συγκέντρωσης και πρόψυξης γάλακτος
καλύπτουν εκτάσεις 151.080 τ.μ., με μια ιδιόκτητη κτιριακή εγκατάσταση
31.460 περίπου τετραγωνικών μέτρων και με ετήσια επεξεργασία 80.000
τόνων γάλακτος (2009). Από την ποσότητα αυτή, το 60% κατευθύνεται στην
παραγωγή Φέτας σε πολλές συσκευασίες, το 25% για την παραγωγή νωπών
προϊόντων (εμφιαλωμένο φρέσκο γάλα, γιαούρτι, ανθότυρο, μυζήθρα, κρέμα
και βούτυρο), και το 15% για παραγωγή σκληρών τυριών (κεφαλογραβιέρα,
γραβιέρα πρόβεια και αγελάδος, κεφαλοτύρι και γίδινο).
Η «Δωδώνη» εφαρμόζει
το σύστημα ελέγχου διαδικασιών HACCP και είναι πιστοποιημένη για όλα
τα στάδια της παραγωγικής της διαδικασίας σύμφωνα με το πρότυπο
διασφάλισης ποιότητας ISO 9001/2000 και τα συστήματα υγιεινής και
ασφάλειας τροφίμων BRC και IFS. Το 2009 επεκτάθηκε και στον κλάδο των
ζωοτροφών ιδρύοντας την θυγατρική «Ζωοτροφές
ΔΩΔΩΝΗ Α.Ε.» (διακριτικός τίτλος ΖΩ.ΔΩ), αλλά φέτος έχει ήδη
κινήσει τις διαδικασίες εξεύρεσης επενδυτή ο οποίος θα αναλάβει τη
διοίκησή της.
Η «Δωδώνη», με κύκλο εργασιών 102, 4 εκ. Ευρώ
το 2009 (κέρδη προ
φόρων 1,9 εκ Ευρώ), με εξαγωγές σε 30 χώρες του κόσμου που
ανέρχονται στο 20% της παραγωγής της, θεωρείται από τις μεγαλύτερες
Ελληνικές γαλακτοκομικές μονάδες (σίγουρα η μεγαλύτερη εξαγωγική
τυροκομικών) με μια εξαιρετική εικόνα (image) σε επίπεδο καταναλωτή από την συνεπή, σταθερή και
αδιάκοπη προσήλωση της στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων της.
Είναι σίγουρα
αξιοσημείωτο ότι η «Δωδώνη»
είναι μια κερδοφόρα επιχείρηση τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια συνεχώς,
διατηρώντας στο ακέραιο το κοινωνικό της πρόσωπο και στηρίζοντας, μέσα
στα πλαίσια της αγοράς, με καλές τιμές το εισόδημα των κτηνοτρόφων
ολόκληρης της Ηπείρου, χωρίς «επιχορηγήσεις» και χωρίς
καμιά απολύτως «βοήθεια» που βγαίνει τελικά από την
τσέπη του Έλληνα φορολογούμενου.
Αυτό ακριβώς το
πολύτιμο κόσμημα της Ηπείρου βρίσκεται σε διαδικασία εκποίησης με
πολλούς (όπως είναι φυσικό) ενδιαφερόμενους μνηστήρες – Έλληνες και
ξένους!
Μέχρι σήμερα, στην
«διαχείριση» της εταιρίας η διείσδυση του κομματικού κράτους, των
πελατειακών σχέσεων και των παρεμβάσεων των πολιτικών πρέπει να
θεωρείται περιορισμένη, αφού αυτό «κρίνεται εκ του αποτελέσματος».
Τώρα όμως παρουσιάζεται
μια «αιτία» που βάζει επιτακτικά το θέμα εκποίησης της εταιρίας: Ο
μεγαλύτερος μέτοχος της «Δωδώνη», η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος, εξετάζει σοβαρά το
ενδεχόμενο να ενταχθεί στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Στήριξης (χρηματοδοτείται με 10 δις ευρώ για την στήριξη των
ελληνικών τραπεζών από το συνολικό «πακέτο» των 110 δις ευρώ της
τρόικας, κάτι όμως που θα θέσει την ΑΤΕ υπό την ασφυκτική κηδεμονία του
ΔΝΤ).
Η ένταξη αυτή, σύμφωνα με τις αρχές του ΔΝΤ, συνεπάγεται υποχρέωση της
ΑΤΕ να απαλλαγεί
από όλες τις εταιρίες του χαρτοφυλακίου της που δεν ανήκουν στον
χρηματοπιστωτικό τομέα, είτε είναι ζημιογόνες, είτε είναι κερδοφόρες
(ακόμα καλύτερα για τους «κυρίους» του ΔΝΤ). Σε μια τέτοια περίπτωση η «Δωδώνη»
πρέπει να εκποιηθεί!
Φυσικά, υπάρχει πάντα η περίπτωση να εξαγοραστεί η Αγροτική Τράπεζα της
Ελλάδος από κάποιο άλλο τραπεζικό οργανισμό, χωρίς να
προκύψει ανάγκη εκποίησης της «Δωδώνη». Αν όμως χρειαστεί να πωληθεί, πρέπει να
εξεταστούν εναλλακτικές λύσεις, οι οποίες ισχύουν ακόμα
και αν δεν πουληθεί τώρα η ΑΤΕ:
Μία από τις λύσεις θα
ήταν να δημιουργηθεί μια Εταιρία Λαϊκής Βάσης η οποία θα εξαγοράσει το σύνολο των
μετοχών της «Δωδώνη»
που κατέχει σήμερα η ΑΤΕ.
Στην εταιρία αυτή πρέπει
να δοθεί το δικαίωμα αγοράς μετοχών προνομιακά στις παρακάτω (κατά σειρά)
κατηγορίες, μέχρι να συμπληρωθεί το ποσό που απαιτείται για την εξαγορά
του ποσοστού (67,7%) που κατέχει η ΑΤΕ:
(α) Στους 9.000 περίπου συνεργάτες της «Δωδώνη» (7.000 παραγωγούς -
κτηνοτρόφους, 350 προμηθευτές, 1200 πελάτες στην Ελλάδα και στο
εξωτερικό, 150 μόνιμους εργαζομένους, 250 εποχιακούς και 130 παραλήπτες
γάλακτος).
(β) Στις Ενώσεις – μετόχους
της «Δωδώνη».
(γ) Σε φορείς τοπικής
αυτοδιοίκησης της Ηπείρου και τέλος
(δ) Σε ιδιώτες Ηπειρώτες
Σε μια τέτοια περίπτωση η
Διοίκηση της «Δωδώνη»
πρέπει (κατά την γνώμη μας) να παραμείνει, με εύλογη αμοιβή, ως έχει
τουλάχιστον για μια διετία μετά την αγορά του ποσοστού της ΑΤΕ από την
εταιρία λαϊκής βάσης, ώστε να μην διαταραχτεί η θαυμαστή της πορεία. Στο
μέλλον, τις σχετικές αποφάσεις θα λαμβάνει η εταιρία λαϊκής βάσης με
τους εκπροσώπους της που θα έχουν καταβάλλει χρήματα και θα έχουν
αυξημένη ευαισθησία (και προσοχή) για τα διοικητικά και την οικονομική
πορεία της «Δωδώνη».
Μια τέτοια λύση πρέπει
να αποτελεί την λογική διέξοδο από το ενδεχόμενο «υποχρεωτικής» πώλησης
της «Δωδώνη»,
μακριά από εύκολες (αριστερές) λύσεις «δωρεάν
κοινωνικοποίησης», που θα παραδώσουν εκ του ασφαλούς το πολύτιμο
κόσμημα της Ηπείρου μας στο αδιόρθωτο (τουλάχιστον μέχρι τώρα)
πελατειακό κράτος, την κομματική εκμετάλλευση και τους επαγγελματίες
συνδικαλιστές ή τις επίσης εύκολες (φιλελεύθερες) λύσεις της εκποίησης σε Έλληνες ή ξένους επενδυτές, όπως διατάζουν οι «σύνδικοι
των πιστωτών μας» δηλαδή το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.